Greek Meaning of paranormal

Παραφυσικό

Other Greek words related to Παραφυσικό

Definitions and Meaning of paranormal in English

Wordnet

paranormal (a)

seemingly outside normal sensory channels

not in accordance with scientific laws

FAQs About the word paranormal

Παραφυσικό

seemingly outside normal sensory channels, not in accordance with scientific laws

μεταφυσικός,υπερφυσικός,υπερβατικός,ουράνιος,μυστικός,Μυστηριώδης,Απόκοσμος,ψυχικός,ψυχικός,πνευματικός

φυσικός,επίγειος,καθημερινό

paranoid schizophrenia => Παρανοειδής σχιζοφρένεια, paranoid => παρανοϊκός, paranoic type schizophrenia => Παρανοειδής σχιζοφρένεια, paranoiac => παρανοϊκός, paranoia => Παρανοϊα,