Greek Meaning of paranoid
παρανοϊκός
Other Greek words related to παρανοϊκός
- προσεκτικός
- προσεκτικός
- αγχωμένος
- σκεπτικός
- ανήσυχος
- ανήσυχος
- κριτική
- περίεργος
- κυνικός
- άπιστος
- δυσπιστος
- αμφίβολος
- άπιστος
- καχύποπτος
- καχύποπτος
- ερώτηση
- ύποπτος
- άπιστος
- ανήσυχος
- επιφυλακτικός
- επαγρυπνών
- αρνητικός
- δείξε μου
- υποψιαζόμενος
- αιχμηρός
- έμπειρος
- Φρουρούμενος
- διστακτικός
- περίεργος
- γνώση
- επιφυλακτικός
- περίεργος
- περίεργος
- μπερδεμένος
- περίεργος
- Σνούπι
- εκλεπτυσμένος
- τεταμένος
- αβέβαιος
- μη πεπεισμένος
- αναποφάσιστος
- ακαθόριστος
- αβέβαιος
- κοσμικός
- Έμπειρος
- τρομαγμένος από όπλα
Nearest Words of paranoid
- paranoid schizophrenia => Παρανοειδής σχιζοφρένεια
- paranormal => Παραφυσικό
- paranthias => Παρανθίας
- paranthias furcifer => Παρανθίας ο διχαλωτός
- paranthracene => Παρανθρακινια
- paranthropus => Παρανθρόπους
- paranymph => Παρανύμφιος
- paranymphal => παρανυμφιακός
- paraparesis => Παράπληγία
- parapectin => Παραπηκτίνη
Definitions and Meaning of paranoid in English
paranoid (n)
a person afflicted with paranoia
paranoid (s)
suffering from paranoia
FAQs About the word paranoid
παρανοϊκός
a person afflicted with paranoia, suffering from paranoia
προσεκτικός,προσεκτικός,αγχωμένος,σκεπτικός,ανήσυχος,ανήσυχος,κριτική,περίεργος,κυνικός,άπιστος
βέβαιος,σίγουρος,θετικός,σίγουρα,απρόσεκτος,ανυποψίαστος,απρόσεκτος,άκακος,απρόσεκτος
paranoic type schizophrenia => Παρανοειδής σχιζοφρένεια, paranoiac => παρανοϊκός, paranoia => Παρανοϊα, paranasal sinus => παραρρίνιοι κόλποι, paranasal => Παραρρινικός,