Greek Meaning of supernatural
υπερφυσικός
Other Greek words related to υπερφυσικός
Nearest Words of supernatural
- supernatural being => Υπερφυσική οντότητα
- supernatural virtue => υπερφυσική αρετή
- supernaturalism => Υπερφυσικότητα
- supernaturalist => υπερφυσικός
- supernaturalistic => υπερφυσικός
- supernaturally => υπερφυσικά
- supernaturalness => υπερφυσικότητα
- supernormal => υπερφυσικός
- supernova => Υπερνέας
- supernumerary => υπαριθμητικός
Definitions and Meaning of supernatural in English
supernatural (n)
supernatural forces and events and beings collectively
supernatural (a)
not existing in nature or subject to explanation according to natural laws; not physical or material
FAQs About the word supernatural
υπερφυσικός
supernatural forces and events and beings collectively, not existing in nature or subject to explanation according to natural laws; not physical or material
μεταφυσικός,Μυστηριώδης,Παραφυσικό,υπερβατικός,ουράνιος,θείος,μυστικός,Απόκοσμος,υπερφυσικός,ψυχικός
φυσικός,επίγειος,καθημερινό
supernatant => υπερνήμα, supernal => ουράνιος, supermom => Σούπερ μαμά, supermolecule => υπερμόριο, supermodel => σούπερ μόντελ,