Greek Meaning of supernal

ουράνιος

Other Greek words related to ουράνιος

Definitions and Meaning of supernal in English

Wordnet

supernal (a)

being or coming from on high

Wordnet

supernal (s)

of heaven or the spirit

FAQs About the word supernal

ουράνιος

being or coming from on high, of heaven or the spirit

καταπληκτικός,όμορφος,θείος,άριστος,καταπληκτικός,φανταστικός,καλό,μεγάλος, καταπληκτικός,ουράνιος,ζεστό

Φρικτός,φρικτός,κακός,κατώτερος,χάλια,φτωχός,σάπιο,φοβερός,ανικανοποίητος,φαύλος

supermom => Σούπερ μαμά, supermolecule => υπερμόριο, supermodel => σούπερ μόντελ, supermex => Σούπερμεξ, supermarketer => Υπάλληλος σουπερμάρκετ,