Greek Meaning of anticipating
προσδοκώντας
Other Greek words related to προσδοκώντας
Nearest Words of anticipating
Definitions and Meaning of anticipating in English
anticipating (p. pr. & vb. n.)
of Anticipate
FAQs About the word anticipating
προσδοκώντας
of Anticipate
εν αναμονή,προσδοκώντας,ελπίζοντας (για),αναζητά,πρόβλεψη,παρατηρώντας,υποθέτοντας,στοχαστικός,μετρώντας (σε ή για),εξαρτώμενος από (ή εξαρτώμενος από)
ερώτηση,αμφίβολος
anticipated => αναμενόμενος, anticipate => προβλέπω, anticipant => προσδοκώμενος, antichthones => Αντίποδες, antichthon => αντιχθών,