Greek Meaning of awaiting
εν αναμονή
Other Greek words related to εν αναμονή
Nearest Words of awaiting
Definitions and Meaning of awaiting in English
awaiting (p. pr. & vb. n.)
of Await
FAQs About the word awaiting
εν αναμονή
of Await
προσδοκώντας,προσδοκώντας,ελπίζοντας (για),αναζητά,προσμένω,πρόβλεψη,παρατηρώντας,υποθέτοντας,στοχαστικός,μετρώντας (σε ή για)
ερώτηση,αμφίβολος
awaited => αναμενόμενο, await => περιμένω, avuncular => θειο-, avulsion => Απόσπαση, avulse => ξεριζώνω,