Greek Meaning of sentencing
Καταδίκη
Other Greek words related to Καταδίκη
Nearest Words of sentencing
Definitions and Meaning of sentencing in English
sentencing (p. pr. & vb. n.)
of Sentence
FAQs About the word sentencing
Καταδίκη
of Sentence
καταδικαστικός,τιμωρητικός,κρίση,καταδικαστικό,καταδικασμένος,κρίνοντας,τιμωρία,επιτιμώντας,τελικός,διορθωτικός
χάρη,χάρη
sentencer => κριτής, sentenced => καταδικάστηκε, sentence structure => Η δομή της πρότασης, sentence stress => τονική προφορά, sentence method => Μέθοδος πρότασης,