Greek Meaning of sententiosity
σοβαροφάνεια
Other Greek words related to σοβαροφάνεια
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of sententiosity
- sententiary => φυλακή
- sententiarist => sententiarius
- sententially => δικαίως
- sentential function => Λογική συνάρτηση (συνάρτηση πρότασης)
- sentential => Συντακτικός
- sentencing => Καταδίκη
- sentencer => κριτής
- sentenced => καταδικάστηκε
- sentence structure => Η δομή της πρότασης
- sentence stress => τονική προφορά
Definitions and Meaning of sententiosity in English
sententiosity (n.)
The quality or state of being sententious.
FAQs About the word sententiosity
σοβαροφάνεια
The quality or state of being sententious.
No synonyms found.
No antonyms found.
sententiary => φυλακή, sententiarist => sententiarius, sententially => δικαίως, sentential function => Λογική συνάρτηση (συνάρτηση πρότασης), sentential => Συντακτικός,