Greek Meaning of predestinating
προοριστικός
Other Greek words related to προοριστικός
- προορίζοντας
- καταδικασμένος
- πρόβλεψη
- προγνώστης
- προκαθορισμός
- προβλέποντας
- πρόγνωση
- χειροτονία
- προορίζοντας
- προκαθόριση
- πρόβλεψη
- προμηνύοντας
- προγνωστικός
- προφητεύοντας
- προσδοκώντας
- προμήνυμα
- προμήνυμα
- μαντεύω
- μοιραίος
- προαίσθημα
- προκατάληψη
- που προμηνύει
- προκαθορίζοντας
- Καταδίκη
- καταδικαστικός
- Προαίσθημα
- προκατάληψη
Nearest Words of predestinating
Definitions and Meaning of predestinating in English
predestinating
destined, fated, or determined beforehand, to foreordain to an earthly or eternal lot or destiny by divine decree, predetermine
FAQs About the word predestinating
προοριστικός
destined, fated, or determined beforehand, to foreordain to an earthly or eternal lot or destiny by divine decree, predetermine
προορίζοντας,καταδικασμένος,πρόβλεψη,προγνώστης,προκαθορισμός,προβλέποντας,πρόγνωση,χειροτονία,προορίζοντας,προκαθόριση
No antonyms found.
predestinated => προκαθορισμένος, predecessors => προκάτοχοι, predeceasing => προαποθανών, predeceases => απεβίωσε πριν, predeceased => Προαποβιώσας,