Greek Meaning of specifics
λεπτομέρειες
Other Greek words related to λεπτομέρειες
- φάρμακα
- Φάρμακα
- φάρμακα
- φαρμακευτικα φυτα
- φάρμακα
- θεραπευτικά μέσα
- αντιβιοτικά
- Φάρμακα
- Φαρμακευτικά προϊόντα
- φυσική
- χάπια
- φίλτρα
- συνταγές
- αντισηπτικά
- βότανα
- τα κεφαλαία
- κάψουλες
- cordials
- πανάκεια
- εμβρέγματα
- ενέσεις
- λινεμέντα
- λοσιόν
- θαυματουργά φάρμακα
- φάρμακα
- αλοιφές
- Πανάκεια
- Τα φάρμακα ευρεσιτεχνίας
- συνταγογραφούμενα φάρμακα
- αλοιφές
- οροί
- πλάνα
- σιρόπια
- Σιρόπια
- δισκία
- βάμματα
- τονωτικά
- θαυματουργά φάρμακα
Nearest Words of specifics
- specification(s) => Προσδιορισμός (-μοί)
- specific(s) => συγκεκριμένος(-η/-ο/-οι)
- specialties => σπεσιαλιτέ
- special-needs => Ειδικές ανάγκες
- specialities => σπεσιαλιτέ
- specialists => Ειδικευμένοι
- specialisms => ειδικότητες
- special handling => ειδικός χειρισμός
- spearmen => Δορυφόροι
- spearman => ακοντιστής
Definitions and Meaning of specifics in English
specifics
restricted to a particular individual, situation, relation, or effect, constituting or falling into a specifiable category, being any of various arbitrary physical constants and especially one relating a quantitative attribute to unit mass, volume, or area, free from ambiguity, of, relating to, or constituting a species and especially a biological species, imposed at a fixed rate per unit (as of weight or count), sharing or being those properties of something that allow it to be referred to a particular category, exerting a distinctive influence (as on a body part or a disease)
FAQs About the word specifics
λεπτομέρειες
restricted to a particular individual, situation, relation, or effect, constituting or falling into a specifiable category, being any of various arbitrary physi
φάρμακα,Φάρμακα,φάρμακα,φαρμακευτικα φυτα,φάρμακα,θεραπευτικά μέσα,αντιβιοτικά,Φάρμακα,Φαρμακευτικά προϊόντα,φυσική
σφάλματα,σφάλματα,ανακρίβειες,παρεξηγήσεις,μύθοι,ψεύδη,ανακρίβειες
specification(s) => Προσδιορισμός (-μοί), specific(s) => συγκεκριμένος(-η/-ο/-οι), specialties => σπεσιαλιτέ, special-needs => Ειδικές ανάγκες, specialities => σπεσιαλιτέ,