Greek Meaning of uplifting
ανυψωτικός
Other Greek words related to ανυψωτικός
- επηρεάζοντας
- εποικοδομητικός
- ανυψωτικός
- εμπνευσμένος
- μετακινούμενο
- συγκινητικός
- bermanfaat
- συγκινητικός
- ελπιδοφόρος
- ενθαρρυντικός
- συναρπαστικός
- exhilarating
- ικανοποιητικό
- ευχάριστος
- ικανοποιητικός
- ενθαρρυντικός
- θερμαντικός για την καρδιά
- εμπνευστικός
- ευγενικός
- αγαπώντας
- ικανοποιητικό
- Ανάδευση
- συμπαθής
- συναρπαστικός
- ζεστός
- κινούμενος
- επευφημώντας
- αναζωογονητικός
- τονωτικός
- παρακαλώ
- ευχάριστος
- ευχάριστος
- διεγερτικός
- διεγερτικό
- τρυφερό
- φιλόξενος
- απογοητευτικός
- καταθλιπτικός
- απογοητευτικός
- αποθαρρυντικός
- αποθαρρυντικός
- αποθαρρυντικός
- θλιβερός
- Κατηφής
- δυσάρεστος
- ανησυχητικός
- αποθαρρυντικός
- δυσάρεστος
- ανικανοποιητικός
- οδυνηρός
- ανησυχητικό
- σπαρακτικός
- συγκινητικός
- δυσάρεστος
- αναστατωτικός
- κρύος
- αναίσθητος
- ανεπιθύμητος
- αγενής
- χωρίς αγάπη
- απογοητευτικό
Nearest Words of uplifting
Definitions and Meaning of uplifting in English
uplifting (n)
the rise of something
uplifting (imp. & p. p.)
of Uplift
FAQs About the word uplifting
ανυψωτικός
the rise of somethingof Uplift
επηρεάζοντας,εποικοδομητικός,ανυψωτικός,εμπνευσμένος,μετακινούμενο,συγκινητικός,bermanfaat,συγκινητικός,ελπιδοφόρος,ενθαρρυντικός
απογοητευτικός,καταθλιπτικός,απογοητευτικός,αποθαρρυντικός,αποθαρρυντικός,αποθαρρυντικός,θλιβερός,Κατηφής,δυσάρεστος,ανησυχητικός
uplifted => Ανυψωμένος, uplift => αύξηση, uplean => αναξιόπιστος, uplead => ανεβάζω, uplay => ανοδικός,