Greek Meaning of deconcentrating

αποσυντονιστικός

Other Greek words related to αποσυντονιστικός

Definitions and Meaning of deconcentrating in English

deconcentrating

to reduce or abolish the concentration of

FAQs About the word deconcentrating

αποσυντονιστικός

to reduce or abolish the concentration of

εξάπλωση (επέκταση),αποκέντρωση,διαχωρίζοντας,διαχωρίζοντας

κεντροποίηση,κεντρικοποίηση,συμπίεση,συγκεντρωτικός,συγκεντρώνοντας,ενοποίηση,συντονισμός,ολοκληρώνοντας,πολωτικός,ενοποιητικό

deconcentrated => αποκεντρωμένος, decompressions => αποσυμπιέσεις, decompressed => αποσυμπιεσμένο, decompositions => αποσυνθέσεις, decommissioned => απόσυρση,