Greek Meaning of nonperishable
μη αλλοιώσιμο
Other Greek words related to μη αλλοιώσιμο
Nearest Words of nonperishable
Definitions and Meaning of nonperishable in English
nonperishable
processed or packaged to withstand prolonged storage
FAQs About the word nonperishable
μη αλλοιώσιμο
processed or packaged to withstand prolonged storage
ανθεκτικός,ανθεκτικός,ανθεκτικό,robust,στερεός,ήχος,γεροδεμένος,δυνατός,γερός,ουσιαστικός
φθαρτός,ευαίσθητος,ευαίσθητος,ευάλωτος,λεπτός,εύθραυστος,εύθραυστος,Μη ανθεκτικό στο κρύο,ακαταμάχητος,τρυφερό
nonpareils => Χρωματιστές τρούφες, no-nos => απαγορεύσεις, nonorthodox => ανορθόδοξος, nonoperative => μη χειρουργικός, nonoperating => μη λειτουργικός,