Greek Meaning of tempered
θερμικός
Other Greek words related to θερμικός
- σκληρυμένο στην επιφάνεια
- συμπιεσμένος
- σκληρυμένο
- σκληρυμένος
- άκαμπτος
- στερεός
- αμετάπειστος
- συμπυκνωμένο
- άκαμπτος
- κοντά
- συμπαγής
- πυκνό
- στερεός
- σκληρός
- βαρύς
- ανελαστικό
- άκαμπτος
- άκαμπτος
- παχύς
- Χοντρός
- άκαμπτος
- Συμπυκνωμένο
- αδαμάντινος
- Αδιαπέραστο
- αδιαπέραστο
- Μη πορώδες
- ράβδος καθαρισμού
- βραχώδης
- γερός
- ουσιαστικός
Nearest Words of tempered
- temperature unit => Μονάδα θερμοκρασίας
- temperature scale => Κλίμακα θερμοκρασίας
- temperature reduction => Μείωση θερμοκρασίας
- temperature gradient => θερμοκραδιακή κλίση
- temperature change => Αλλαγή της θερμοκρασίας
- temperature => θερμοκρασία
- temperative => ήπιος
- temperateness => Επιείκεια
- temperately => εύκρατος
- temperate zone => εύκρατη ζώνη
- temperer => συσκευή διατήρησης θερμοκρασίας
- tempering => σκλήρυνση
- tempest => καταιγίδα
- tempestive => έγκαιρος
- tempestivily => έγκαιρα
- tempest-swept => Καταιγισμένος
- tempest-tossed => Συνταρακμένος από καταιγίδα
- tempest-tost => σπαρασσόμενος από καταιγίδα
- tempestuous => καταιγιστικός
- tempestuousness => τρικυμισμένος
Definitions and Meaning of tempered in English
tempered (a)
made hard or flexible or resilient especially by heat treatment
adjusted or attuned by adding a counterbalancing element
tempered (imp. & p. p.)
of Temper
tempered (a.)
Brought to a proper temper; as, tempered steel; having (such) a temper; -- chiefly used in composition; as, a good-tempered or bad-tempered man; a well-tempered sword.
FAQs About the word tempered
θερμικός
made hard or flexible or resilient especially by heat treatment, adjusted or attuned by adding a counterbalancing elementof Temper, Brought to a proper temper;
σκληρυμένο στην επιφάνεια,συμπιεσμένος,σκληρυμένο,σκληρυμένος,άκαμπτος,στερεός,αμετάπειστος,συμπυκνωμένο,άκαμπτος,κοντά
ελαστικός,χαλαρός,ευέλικτος,φως,χαλαρός,λειαντός,εύκαμπτος, εύπλαστος,διασκορπισμένο,μαλακός,σπογγώδης
temperature unit => Μονάδα θερμοκρασίας, temperature scale => Κλίμακα θερμοκρασίας, temperature reduction => Μείωση θερμοκρασίας, temperature gradient => θερμοκραδιακή κλίση, temperature change => Αλλαγή της θερμοκρασίας,