FAQs About the word stabilizing

σταθεροποιητικός

causing to become stable

Στασιμότητα

μεταβλητός,διακυμάνσεις,μετατόπιση,κράκ,μεταβλητός,Βελτιούμενος,μεταλλασσόμενη,βελτίωση,μεταμορφούμενος,μεταμόρφωση

stabilizer bar => Σταθεροποιητικός μοχλός, stabilizer => σταθεροποιητής, stabilized => σταθεροποιημένο, stabilize => σταθεροποιώ, stabilization => σταθεροποίηση,