FAQs About the word stabiliser

σταθεροποιητής

a device for making something stable

No synonyms found.

No antonyms found.

stabilised => σταθεροποιημένος, stabilise => σταθεροποιώ, stabilisation => σταθεροποίηση, stabile => σταθερός, stabbing => μαχαίρωμα,