FAQs About the word wabbly

Τρεμάμενος

Inclined to wabble; wabbling.

τρεμάμενο,Τρέμουλο,τρεμάμενος,Τρέμουλο,τρεμάμενος,Τρεμάμενος,τρεμάμενος,τρεμουλιαστός,τρεμάμενος,τρεμάμενος

ελεγχόμενος,σταθερός,σταθερός,στερεός,εγκαταστημένος

wabble => τραντάζω, wabash river => Ποταμός Ουάμπας, wabash => Ουάμπας, waahoo => Ουάχου, waag => ζυγός,