Greek Meaning of shuddery
τρεμάμενος
Other Greek words related to τρεμάμενος
Nearest Words of shuddery
Definitions and Meaning of shuddery in English
shuddery (s)
provoking fear terror
FAQs About the word shuddery
τρεμάμενος
provoking fear terror
τρεμουλιαστός,Τρέμουλο,τρεμάμενος,τρεμάμενος,Τρέμουλο,τρεμάμενος,Τρεμάμενος,τρεμάμενο,τρεμάμενος,τρεμάμενος
ελεγχόμενος,σταθερός,σταθερός,στερεός,εγκαταστημένος
shudderingly => τρέμοντας, shuddering => τρεμάμενος, shuddered => έτρεμε, shudder => τρέμω, shucks => όπα,