Greek Meaning of shuck
ξεφλουδίζω
Other Greek words related to ξεφλουδίζω
- τίποτα
- ασήμαντο πράγμα
- Φιστίκια
- ασήμαντος
- μπύρα
- ψιλά
- άχυρο
- ασήμαντο
- Ασημαντότητα
- μη πρόβλημα
- bit
- κουκέτα
- παιχνίδι παιδιών
- ανοησίες
- ψίχουλο
- νταμπ
- δράμι
- ανοησίες
- μωρία
- κουτοπόνηρος
- φάτζ
- Ανοησίες
- μούφα
- Απάτη
- Ακάρεο
- μηδέν
- ανοησία
- μηδέν
- μηδέν
- ουγγιά
- σωματίδιο
- σαχλαμάρες
- ψίχουλα
- σάπιος
- scintilla
- τεμαχίζω
- ψιχουλάκι
- ψήγμα
- ψίχουλο
- λίγο
- Καπνός
- τραγούδι
- σταγόνα
- Κηλίδα
- κουκκίδα
- λίγο
- αγγίζω
- ασήμαντα πράγματα
- μηδέν
- δύο bit
Nearest Words of shuck
Definitions and Meaning of shuck in English
shuck (n)
material consisting of seed coverings and small pieces of stem or leaves that have been separated from the seeds
shuck (v)
remove from the shell
remove the shucks from
shuck (n.)
A shock of grain.
A shell, husk, or pod; especially, the outer covering of such nuts as the hickory nut, butternut, peanut, and chestnut.
The shell of an oyster or clam.
shuck (v. t.)
To deprive of the shucks or husks; as, to shuck walnuts, Indian corn, oysters, etc.
To remove or take off (shucks); hence, to discard; to lay aside; -- usually with off.
FAQs About the word shuck
ξεφλουδίζω
material consisting of seed coverings and small pieces of stem or leaves that have been separated from the seeds, remove from the shell, remove the shucks fromA
τίποτα,ασήμαντο πράγμα,Φιστίκια,ασήμαντος,μπύρα,ψιλά,άχυρο,ασήμαντο,Ασημαντότητα,μη πρόβλημα
No antonyms found.
shua => σούα, shtup => άγνωστη, shtik => αστείο, shtickl => κόλπο, shtick => τσαχπινιά,