Greek Meaning of shrugged
σήκωσε τους ώμους
Other Greek words related to σήκωσε τους ώμους
Nearest Words of shrugged
Definitions and Meaning of shrugged in English
shrugged (imp. & p. p.)
of Shrug
FAQs About the word shrugged
σήκωσε τους ώμους
of Shrug
γνωστός,άνθισε,ενημερωμένος,έγνεψε,σχετικός,υπογεγραμμένο,είπε,Συμβουλευόταν,έγνεψε,έκανε χειρονομίες
No antonyms found.
shrug off => αδιάφορος, shrug => Ανασηκώνω τους ώμους μου, shruff => ακατάστατος, shrublet => Θάμνος, shrubless => χωρίς θάμνους,