Greek Meaning of scatty

απρόσεκτος

Other Greek words related to απρόσεκτος

Definitions and Meaning of scatty in English

Wordnet

scatty (s)

lacking sense or discretion

lost in thought; showing preoccupation

FAQs About the word scatty

απρόσεκτος

lacking sense or discretion, lost in thought; showing preoccupation

τρελός,γκάγκα,τρελός,τρελός,τρελός,Μανιακός,μανιακός,ψυχικός,ξηροί καρποί,παρανοϊκός

ισορροπημένος,σαφής,Σαφής,φυσιολογικός,λογικός,λογικός,λογικός,ε разумный,ήχος,Σωστόμυαλος

scattershot => διάσπαρτος, scatterling => διασκορπισμένος, scatteringly => διάσπαρτα, scattering => διασκόρπιση, scattergun => Σκατερ,