Greek Meaning of nuts

ξηροί καρποί

Other Greek words related to ξηροί καρποί

Definitions and Meaning of nuts in English

Wordnet

nuts (s)

informal or slang terms for mentally irregular

FAQs About the word nuts

ξηροί καρποί

informal or slang terms for mentally irregular

τρελός,γκάγκα,τρελός,τρελός,τρελός,Μανιακός,μανιακός,ψυχικός,παρανοϊκός,ψυχωτικός

ισορροπημένος,σαφής,λογικός,λογικός,λογικός,ήχος,σοφός,Σωστόμυαλος,υγιής,συνετός

nutriture => θρέψη, nutritiveness => διατροφική αξία, nutritive => διατροφικός, nutritiousness => θρεπτική αξία, nutritious => θρεπτικό,