Greek Meaning of sociopathic

Αντικοινωνικός

Other Greek words related to Αντικοινωνικός

Definitions and Meaning of sociopathic in English

Wordnet

sociopathic (a)

of or relating to a sociopathic personality disorder

FAQs About the word sociopathic

Αντικοινωνικός

of or relating to a sociopathic personality disorder

εκκεντρικός,παραληρηματικός,παραληρηματικός,ακατάστατος,διαταραγμένος,νευρικός,νευρωτικός,ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή,παρανοϊκός,παρανοϊκός

σαφής,συλλεγέν,συντεθειμένος,κουλ,ίδιος,επίπεδο,διαυγής,ειρηνικός,ήρεμος,δαιμονισμένος

sociopath => Κοινωνιοπαθής, sociometry => κοινωνιομετρία, sociology department => Τμήμα Κοινωνιολογίας, sociology => Κοινωνιολογία, sociologist => κοινωνιολόγος,