Greek Meaning of socket
πρίζα
Other Greek words related to πρίζα
- εξώστης
- Αλβεόλος
- λεκάνη
- μπολ
- σπήλαιο
- Κοιλότητα
- σχισμή
- λακκάκι
- κόγχη
- Γωνιά
- άνοιγμα
- τσέπη
- τάφρος
- κοιλάδα
- Λαγούμι
- Σπήλαιο
- Κοίλωμα
- κρατήρας
- Τάφρος
- ανασκαφή
- αύλακα
- υπονομεύω
- αυλάκωση
- υδρορροή
- κούφιος
- εντύπωση
- αποτύπωμα
- εσοχή
- εγκοπή
- λάκκος
- λακκούβα
- διάλειμμα
- Καταβόθρα
- γούρνα
- κενό
- Νερολακκάκι
- καλά
- Γεώτρηση
- Άβυσσος
- χάσμα / άβυσσος
- λακκούβα
- βαθούλωμα
- κατάθλιψη
- δύναμη
- Κόλπος
- τρύπα
- σύμβαση
- λάκκος
- κενότητα
- κενός
- κυλιέμαι
Nearest Words of socket
- sockdolager => Το τελειωτικό χτύπημα
- sock => κάλτσα
- sociopathic personality => Αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας
- sociopathic => Αντικοινωνικός
- sociopath => Κοινωνιοπαθής
- sociometry => κοινωνιομετρία
- sociology department => Τμήμα Κοινωνιολογίας
- sociology => Κοινωνιολογία
- sociologist => κοινωνιολόγος
- sociologically => κοινωνιολογικά
Definitions and Meaning of socket in English
socket (n)
a bony hollow into which a structure fits
receptacle where something (a pipe or probe or end of a bone) is inserted
a receptacle into which an electric device can be inserted
FAQs About the word socket
πρίζα
a bony hollow into which a structure fits, receptacle where something (a pipe or probe or end of a bone) is inserted, a receptacle into which an electric device
εξώστης,Αλβεόλος,λεκάνη,μπολ,σπήλαιο,Κοιλότητα,σχισμή,λακκάκι,κόγχη,Γωνιά
εξόγκωμα,κάμπερ,Κυρτότητα,Προβολή,εξοχή,προεξοχή,εξόγκωμα,λόφος,Προεξοχή,εξόγκωμα
sockdolager => Το τελειωτικό χτύπημα, sock => κάλτσα, sociopathic personality => Αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, sociopathic => Αντικοινωνικός, sociopath => Κοινωνιοπαθής,