Greek Meaning of concavity
Κοίλωμα
Other Greek words related to Κοίλωμα
- Κοιλότητα
- βαθούλωμα
- κατάθλιψη
- αύλακα
- τρύπα
- κούφιος
- εσοχή
- λάκκος
- εξώστης
- λεκάνη
- μπολ
- Λαγούμι
- σπήλαιο
- Σπήλαιο
- λακκάκι
- δύναμη
- Τάφρος
- ανασκαφή
- αυλάκωση
- υδρορροή
- εντύπωση
- σύμβαση
- διάλειμμα
- τάφρος
- γούρνα
- κοιλάδα
- Άβυσσος
- Αλβεόλος
- χάσμα / άβυσσος
- σχισμή
- κρατήρας
- υπονομεύω
- αποτύπωμα
- κόγχη
- Γωνιά
- εγκοπή
- άνοιγμα
- τσέπη
- λακκούβα
- Καταβόθρα
- πρίζα
- κενότητα
- κενό
- κενός
- Νερολακκάκι
- καλά
- Γεώτρηση
Nearest Words of concavity
Definitions and Meaning of concavity in English
concavity (n)
a shape that curves or bends inward
the property possessed by a concave shape
FAQs About the word concavity
Κοίλωμα
a shape that curves or bends inward, the property possessed by a concave shape
Κοιλότητα,βαθούλωμα,κατάθλιψη,αύλακα,τρύπα,κούφιος,εσοχή,λάκκος,εξώστης,λεκάνη
εξόγκωμα,κάμπερ,Κυρτότητα,λόφος,Προβολή,εξοχή,προεξοχή,Προεξοχή,λόφος,ανέβαινω
concaveness => κοίλωμα, concavely => κοίλα, concave shape => Κοίλο σχήμα, concave polyhedron => Κοίλος πολυέδρας, concave polygon => Κοίλος πολύγωνο,