Greek Meaning of frantic
Φρενήρης
Other Greek words related to Φρενήρης
- ταραγμένος
- ταραγμένος
- φοβισμένος
- υστερικός
- ανήσυχος
- ανήσυχος
- ανήσυχος
- παραληρηματικός
- αποσπασμένος
- φρενήρης
- τρομοκρατημένος
- υστερικός
- αγχωμένος
- φοβισμένος
- τρομοκρατημένος
- ανήσυχος
- αναστατωμένος
- φοβισμένος
- φρίκη
- βαλλιστικός
- μανιακός
- τρελός
- άνοια
- ταραγμένος
- ανήσυχος
- αφηρημένος
- διαταραγμένος
- φοβισμένος
- τρελός
- Μανιακός
- μανιακός
- πυρηνικός
- ταραγμένος
- τεταμένος
- εκτός εαυτού
- φοβισμένος
- τρομοκρατημένος
- Σφυρηλατημένος (επεξεργασμένος)
Nearest Words of frantic
- frantically => φρενήρως
- franz anton mesmer => Φραντς Αντον Μέσμερ
- franz ferdinand => Φραγκίσκος Φερδινάνδος
- franz josef i => Φραγκίσκος Ιωσήφ
- franz joseph => Φραγκίσκος Ιωσήφ
- franz joseph haydn => Φρανς Γιόσεφ Χάυντν
- franz joseph kline => Φραντς Τζόζεφ Κλάιν
- franz kafka => Φραντς Κάφκα
- franz kline => Φρανζ Κλάιν
- franz lehar => Φραντς Λέχαρ
Definitions and Meaning of frantic in English
frantic (s)
excessively agitated; distraught with fear or other violent emotion
marked by uncontrolled excitement or emotion
frantic (a.)
Mad; raving; furious; violent; wild and disorderly; distracted.
FAQs About the word frantic
Φρενήρης
excessively agitated; distraught with fear or other violent emotion, marked by uncontrolled excitement or emotionMad; raving; furious; violent; wild and disorde
ταραγμένος,ταραγμένος,φοβισμένος,υστερικός,ανήσυχος,ανήσυχος,ανήσυχος,παραληρηματικός,αποσπασμένος,φρενήρης
Ήρεμος,συλλεγέν,συντεθειμένος,ειρηνικός,ήρεμος,θυμίζει,Γαλήνιος,ήρεμος,κουλ,αυτοσυλλεγμένος
frans hals => Φρανς Χαλς, frankpledge => Εγγύηση, frankness => ειλικρίνεια, frank-marriage => Φράνκμαριτζ, frankly => ειλικρινά,