Greek Meaning of self-collected
αυτοσυλλεγμένος
Other Greek words related to αυτοσυλλεγμένος
Nearest Words of self-collected
- self-charity => αυτοφιλία
- self-centring => αυτοκεντρικό
- self-centred => εγωκεντρικός
- self-centration => εγωκεντρικότητα
- self-centering => με αυτόματη κέντρα
- self-centeredness => εγωκεντρισμός
- self-centered => εγωκεντρικός
- self-celored => αυτοχρωματισμένα
- self-cconsistent => συνέπεια με τον εαυτό του
- self-binder => αυτοδετήρας
- self-color => μονόχρωμος
- self-colored => μονόχρωμος
- self-coloured => ενιαίου χρώματος
- self-command => αυτοέλεγχος
- self-commune => autoεπικοινωνία
- self-communicative => αυτοεπικοινωνιακό
- self-communion => Αυτοεπικοινωνία
- self-complacency => εφησυχασμός
- self-complacent => εγωϊστικός
- self-conceit => εγωισμός
Definitions and Meaning of self-collected in English
self-collected (s)
in full control of your faculties
FAQs About the word self-collected
αυτοσυλλεγμένος
in full control of your faculties
συλλεγέν,συντεθειμένος,άενοχλητος,ατάραχος,Ήρεμος,κουλ,ψύχραιμος,παγωμένος,ατάραχος,αδιάφορος
ανήσυχος,πανικόβλητος,Αναστατωσιμος,τρεμάμενος,τρεμάμενος,ανήσυχος,διστακτικός,αιχμηρός,ανήσυχος,νευρικός
self-charity => αυτοφιλία, self-centring => αυτοκεντρικό, self-centred => εγωκεντρικός, self-centration => εγωκεντρικότητα, self-centering => με αυτόματη κέντρα,