Greek Meaning of shakable

τρεμάμενος

Other Greek words related to τρεμάμενος

Definitions and Meaning of shakable in English

Wordnet

shakable (s)

capable of being weakened

FAQs About the word shakable

τρεμάμενος

capable of being weakened

Αναστατωσιμος,πανικόβλητος,ταραγμένος,ανήσυχος,αναστατωμένος,ανήσυχος,ανήσυχος,διστακτικός,αιχμηρός,θυμωμένος

συλλεγέν,συντεθειμένος,κουλ,ατάραχος,αναίσθητος,άενοχλητος,ατάραχος,ακλόνητος,Ήρεμος,ψύχραιμος

shaitan => διάβολος, shail => αφαιρέστε, shaik => σεΐχης, shahn => σαχάν, shahin => γεράκι,