Greek Meaning of shaken
αναστατωμένος
Other Greek words related to αναστατωμένος
- σπασμωδικός
- έτρεμε
- επηρεάστηκε
- τρέμω
- ταραγμένος
- σπασμωδικός
- σπαρταρά
- τράνταγμα
- τράνταγμα
- σκίρτησε
- τραντάχτηκε
- σείστηκε
- τρέμουλα
- κούνησε
- τρέμω
- έγνεψε
- χτυπούσε
- Τινάχτηκε
- δόνησε
- ταλαντεύτηκε
- κουνούσε
- τοποθετημένοι σε κουβάδες
- κουβέντιαζε
- τρεμόπαιζε
- τρεμόπαιξε
- διακυμαίνονταν
- ταλαντευόμενος
- παλμοί
- πάλλεται
- παλμική
- έτρεμε
- ενθουσιασμένος
- κυματιστός
- κυματιστός
- δίστασε
Nearest Words of shaken
Definitions and Meaning of shaken in English
shaken (s)
disturbed psychologically as if by a physical jolt or shock
shaken (p. p.)
of Shake
shaken (a.)
Caused to shake; agitated; as, a shaken bough.
Cracked or checked; split. See Shake, n., 2.
shaken (n.)
Impaired, as by a shock.
FAQs About the word shaken
αναστατωμένος
disturbed psychologically as if by a physical jolt or shockof Shake, Caused to shake; agitated; as, a shaken bough., Cracked or checked; split. See Shake, n., 2
σπασμωδικός,έτρεμε,επηρεάστηκε,τρέμω,ταραγμένος,σπασμωδικός,σπαρταρά,τράνταγμα,τράνταγμα,σκίρτησε
αποδεκτό,αγκαλιάστηκε,καταδιωκόμενος,sought,καλωσόρισε,πιάστηκε,συμφωνημένο,έτρεχε από πίσω της,πραγματοποιήθηκαν
shakefork => Αναδευτικό πιρούνι, shakedown => εκβιασμός, shakeable => τρεμάμενος, shake up => κλονισμός, shake off => τινάζω,