Greek Meaning of undulated
κυματιστός
Other Greek words related to κυματιστός
- ταραγμένος
- σπασμωδικός
- τρεμόπαιξε
- διακυμαίνονταν
- σπασμωδικός
- σπαρταρά
- τράνταγμα
- τράνταγμα
- σκίρτησε
- τραντάχτηκε
- ταλαντευόμενος
- σείστηκε
- τρέμουλα
- σοκαρισμένος
- έτρεμε
- επηρεάστηκε
- τρέμω
- δόνησε
- κυματιστός
- κουνούσε
- ρυθμός
- τοποθετημένοι σε κουβάδες
- κουβέντιαζε
- παλμοί
- πάλλεται
- παλμική
- έτρεμε
- κούνησε
- τρέμω
- έγνεψε
- ενθουσιασμένος
- χτυπούσε
- Τινάχτηκε
- ταλαντεύτηκε
- δίστασε
- τρεμόπαιζε
- τριζοβόλησε
Nearest Words of undulated
Definitions and Meaning of undulated in English
undulated (imp. & p. p.)
of Undulate
undulated (a.)
Resembling, or in the nature of, waves; having a wavy surface; undulatory.
Waved obtusely up and down, near the margin, as a leaf or corolla; wavy.
Formed with elevations and depressions resembling waves; having wavelike color markings; as, an undulated shell.
FAQs About the word undulated
κυματιστός
of Undulate, Resembling, or in the nature of, waves; having a wavy surface; undulatory., Waved obtusely up and down, near the margin, as a leaf or corolla; wavy
ταραγμένος,σπασμωδικός,τρεμόπαιξε,διακυμαίνονταν,σπασμωδικός,σπαρταρά,τράνταγμα,τράνταγμα,σκίρτησε,τραντάχτηκε
No antonyms found.
undulate => κυματιστός, undulary => κυματιστός, undulant fever => Βρουκέλλωση, undulant => κυματιστός, unduke => δεν είναι πλέον δούκας,