Greek Meaning of undulant
κυματιστός
Other Greek words related to κυματιστός
- κυματιστός
- κυματιστός
- κυλιόμενο
- κυματιστός
- κυματιστός
- Κυματοειδής
- κυματώδης
- οδοντωτό
- ανώμαλος
- ραβδωτός
- αυξανόμενη
- Οίδημα
- ανομοιόμορφος
- σπασμένο
- ανώμαλος
- ξεβουρτσισμένο
- Χοντρός
- σκληρός
- Ανεπαρκής
- ακανόνιστος
- κομπωτός
- κονδυλώδης
- Σκαλιστό
- σκαλλωτός
- ασύμμετρο
- εξογκωμένος
- μη ομοιόμορφο
- σπυρωτός
- κουτρουβάτος
- Χαλικώδες
- λακκούβα
- ουλή
- κουρελιασμένος
- Τραχύς
- λακκούβες
- σαν γυαλόχαρτο
- ατημέλητος
- κοκαλιάρης
- τραχύς
- ανισόρροπος
- ευθυγραμμισμένο
Nearest Words of undulant
Definitions and Meaning of undulant in English
undulant (a)
resembling waves in form or outline or motion
undulant (a.)
Undulating.
FAQs About the word undulant
κυματιστός
resembling waves in form or outline or motionUndulating.
κυματιστός,κυματιστός,κυλιόμενο,κυματιστός,κυματιστός,Κυματοειδής,κυματώδης,οδοντωτό,ανώμαλος,ραβδωτός
ακριβές,οριζόντιος,τακτικός,στολή,κάθετος,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,ευθυγραμμισμένος,επίπεδος,λείο,ίσιος
unduke => δεν είναι πλέον δούκας, undueness => αναντιστοιχία, undue => αδικαιολόγητος, undubitable => Αδιαμφισβήτητος, undset => απροσδιόριστο,