FAQs About the word knobbly

κομπωτός

having knobs

κουμπωτός,κονδυλώδης,αδέξιος,ιξώδης,χοντρός,πηγμένος,πηγμένος,πηγμένο,εξογκωμένος,‏κουτρουβάτος‎

λείο

knobbling fire => Νέφος φλόγας, knobbler => κόμπος, knobble => Οζίδιο, knobbing => Με κουμπιά, knobber => κουμπί,