FAQs About the word scraggly

ατημέλητος

ragged, thin, or untidy in appearance, being very thin

οδοντωτό,κουρελιασμένος,σπασμένο,απότομος,κοκαλιάρης,ανώμαλος,Χοντρός,σκληρός,ακανόνιστος,μη ομοιόμορφο

Καθαρός,ακόμα,τακτικός,λείο,μαλακός,στολή,επίπεδος,άφθαρτος,FLUSH,επίπεδο

scragginess => αδυναμία, scraggily => ατημέλητος, scraggedness => τραχύτητα, scragged => στραγγαλισμένο, scrag end => Αποφύσεις,