Greek Meaning of contracted
συμφωνημένο
Other Greek words related to συμφωνημένο
- εξασθενημένος
- συμπιεσμένος
- Συμπυκνωμένο
- στενός
- επιμήκης
- συμπιεσμένο
- σφιχτό
- εξασθενώ
- στενόχωρο πέρασμα
- κοντά
- επιμηκύνω
- Λιγερός
- γραμμικός
- λυγερός
- λεπτή
- αδύνατος
- ινώδες
- λεπτός
- σφιχτός
- λυγερός
- λεπτή
- καλό
- ψηλόλιγνος
- στενός
- βελονοειδής
- Λεπτό σαν χαρτί
- καλαμένιος
- κορδόνι παπουτσιού
- αδύνατο
- αδύνατος
- λεπτό σίδερο
- εφεδρικό
- ψηλός/-ή
- Κλαδάκι
- υπερλεπτό
Nearest Words of contracted
- contractable => Συστελλόμενος
- contract under seal => σφραγισμένο συμβόλαιο
- contract tablet => tablet σύμβασης
- contract system => Σύστημα συμβάσεων
- contract out => εξωτερική ανάθεση
- contract offer => Προσφορά σύμβασης
- contract of hazard => Σύμβαση κινδύνου
- contract of adhesion => Σύμβαση προσχώρησης
- contract law => Συμβατικό δίκαιο
- contract in => συνάπτω σύμβαση
Definitions and Meaning of contracted in English
contracted (a)
reduced in size or pulled together
FAQs About the word contracted
συμφωνημένο
reduced in size or pulled together
εξασθενημένος,συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,στενός,επιμήκης,συμπιεσμένο,σφιχτό,εξασθενώ,στενόχωρο πέρασμα,κοντά
Ευρύς,λίπος,μαζικός,παχύς,ευρύ,ογκώδης,χοντρός,Καθίσματα,γεροδεμένος,κοντόχοντρος
contractable => Συστελλόμενος, contract under seal => σφραγισμένο συμβόλαιο, contract tablet => tablet σύμβασης, contract system => Σύστημα συμβάσεων, contract out => εξωτερική ανάθεση,