Greek Meaning of nervy
θαρραλέος
Other Greek words related to θαρραλέος
- διεκδικητικός
- Θρασύς
- αμβλύς
- έντονος
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- Σίγουρος για τον εαυτό του
- καυχησιάρης
- προκλητικός
- φρέσκος
- αναιδής
- Θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- σοφός
- Τόξο
- θρασύς
- με ορείχαλκο
- θρασύτατος
- χαριτωμένος
- αγενής
- μπροστά
- ενοχλητικός
- έξυπνος
- μπλόφα
- σύντομος
- ειρωνικός
- αναποδογυρίζω
- ανέμελος
- θρασύς
- αναιδής
- Αδιάντροπος
- κυνικός
- θρασύς
- θρασύς
- άτακτος
- Εύστροφος
Nearest Words of nervy
- nervus vestibulocochlearis => Νεύρο ακουστικό-επιβλητικό
- nervus vagus => Νεύρο πνευμονογαστρικό
- nervus ulnaris => Ωλένιος
- nervus trigeminus => Τρίδυμο νεύρο
- nervus saphenus => Σαφηνής νεύρο
- nervus radialis => Κερκιδικός νεύρος
- nervus phrenicus => Νεύρο του διαφράγματος
- nervus opticus => Οπτικό νεύρο
- nervus oculomotorius => κινητικός οφθαλμικός νεύρος
- nervus ischiadicus => Ισχιακό νεύρο
Definitions and Meaning of nervy in English
nervy (s)
being in a tense state
showing or requiring courage and contempt of danger
offensively bold
nervy (superl. -)
Strong; sinewy.
FAQs About the word nervy
θαρραλέος
being in a tense state, showing or requiring courage and contempt of danger, offensively boldStrong; sinewy.
διεκδικητικός,Θρασύς,αμβλύς,έντονος,θρασύς,θρασύς,θρασύς,θρασύς,Σίγουρος για τον εαυτό του,καυχησιάρης
ταπεινός,σεμνός,κατάλληλος,ντροπαλός,ντροπαλός,ντροπιασμένος,ευγενικός,σεβαστικός,κόσμιος,Αμήχανος
nervus vestibulocochlearis => Νεύρο ακουστικό-επιβλητικό, nervus vagus => Νεύρο πνευμονογαστρικό, nervus ulnaris => Ωλένιος, nervus trigeminus => Τρίδυμο νεύρο, nervus saphenus => Σαφηνής νεύρο,