Greek Meaning of cocksure
Σίγουρος για τον εαυτό του
Other Greek words related to Σίγουρος για τον εαυτό του
- διεκδικητικός
- αμβλύς
- έντονος
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- θρασύς
- καυχησιάρης
- προκλητικός
- φρέσκος
- αναιδής
- Θρασύς
- θρασύς
- θαρραλέος
- θρασύς
- θρασύς
- σοφός
- Τόξο
- Θρασύς
- θρασύς
- θρασύτατος
- χαριτωμένος
- έξυπνος
- μπλόφα
- με ορείχαλκο
- σύντομος
- αγενής
- ειρωνικός
- αναποδογυρίζω
- ανέμελος
- μπροστά
- ενοχλητικός
- θρασύς
- αναιδής
- Αδιάντροπος
- κυνικός
- θρασύς
- άτακτος
- Εύστροφος
Nearest Words of cocksure
Definitions and Meaning of cocksure in English
cocksure (s)
marked by excessive confidence
cocksure (a.)
Perfectly safe.
Quite certain.
FAQs About the word cocksure
Σίγουρος για τον εαυτό του
marked by excessive confidencePerfectly safe., Quite certain.
διεκδικητικός,αμβλύς,έντονος,θρασύς,θρασύς,θρασύς,θρασύς,καυχησιάρης,προκλητικός,φρέσκος
ευγενικός,ταπεινός,σεμνός,ευγενικός,κατάλληλος,ντροπαλός,ντροπαλός,ντροπιασμένος,ντροπιασμένος,σεβαστικός
cockspur thorn => Κραταίγος, cockspur hawthorn => Κράταιγος η κοινή, cockspur => δελφίνιο, cockshy => Κοκοροτσιγάρο, cockshead => Βρύση,