Greek Meaning of cocky

καυχησιάρης

Other Greek words related to καυχησιάρης

Definitions and Meaning of cocky in English

Wordnet

cocky (s)

overly self-confident or self-assertive

Webster

cocky (a.)

Pert.

FAQs About the word cocky

καυχησιάρης

overly self-confident or self-assertivePert.

διεκδικητικός,Θρασύς,αμβλύς,έντονος,θρασύς,θρασύς,θρασύς,θρασύς,Σίγουρος για τον εαυτό του,προκλητικός

ευγενικός,ταπεινός,σεμνός,ευγενικός,συνταξιοδότηση,ντροπαλός,ντροπαλός,ντροπιασμένος,ντροπιασμένος,σεβαστικός

cockup => Σφάλμα, cocktail table => Τραπέζι κοκτέιλ, cocktail shaker => Σέικερ για κοκτέιλ, cocktail sauce => Σάλτσα κοκτέιλ, cocktail party => Κοκτέιλ πάρτι,