Greek Meaning of orchestrated

ορχηστρωμένος

Other Greek words related to ορχηστρωμένος

Definitions and Meaning of orchestrated in English

Wordnet

orchestrated (a)

arranged for performance by an orchestra

FAQs About the word orchestrated

ορχηστρωμένος

arranged for performance by an orchestra

διατεταγμένος,διαχειρίζεται,προγραμματισμένη,ενήμερος,συνειδητός,σταθερά,συνεχής,εσκεμμένος,παραγγελθέντα,σκόπιμος

τυχαίο,ασκόπως,Αρκετός,ευκαιρία,αποσπασματικός,ασταθής,τυχαίος,ακούσιος,τυχαίο,τυχαίος

orchestrate => ενορχηστρώνω, orchestral bells => Ορχηστρικές καμπάνες, orchestral => ορχηστρικό, orchestra pit => Ορχηστρική τάφρος, orchestra => Ορχήστρα,