Greek Meaning of chancy

επικίνδυνο

Other Greek words related to επικίνδυνο

Definitions and Meaning of chancy in English

Wordnet

chancy (s)

of uncertain outcome; especially fraught with risk

subject to accident or chance or change

FAQs About the word chancy

επικίνδυνο

of uncertain outcome; especially fraught with risk, subject to accident or chance or change

τυχαίο,ασκόπως,Αρκετός,ευκαιρία,αποσπασματικός,τυχαίος,,τυχαίος,τυχαίος,ακούσιος

σταθερά,συνεχής,ακόμα,σταθερός,μεθοδικός,οργανωμένος,οργανωμένος,τακτικός,σταθερός,σταθερός

chancrous => έλκος, chancroidal => χανκροειδες, chancroid => Σύφιλη, chancre => Αγκάθι, chancing => τυχαίο,