Greek Meaning of foreordained
προαποφασισμένος
Other Greek words related to προαποφασισμένος
Nearest Words of foreordained
Definitions and Meaning of foreordained in English
foreordained (s)
established or prearranged unalterably
FAQs About the word foreordained
προαποφασισμένος
established or prearranged unalterably
προορισμένος,μοιραίος,προκαθορισμένος,προκαθορισμένος,προκαθορισμένος,αναπόφευκτος,πιθανός,δυνατόν,πιθανός,αμείλικτος
αποφευκτό,αμφίβολος,αποτρέψιμο,αβέβαιος,ασαφές,αβέβαιος,αμφίβολος,αποφευκτέος, -α, -ο,απίθανος,προληπτικός
foreordain => προκαθορίζω, forensics => ιατροδικαστική, forensical => ιατροδικαστικός, forensic pathology => Ιατροδικαστική, forensic medicine => ιατροδικαστική,