Greek Meaning of unreliable
αναξιόπιστος
Other Greek words related to αναξιόπιστος
- επικίνδυνος
- ασταθής
- ασυνεπής
- τυχαίος
- τρεμάμενος
- αναξιόπιστος
- απρόβλεπτος
- ασταθής
- αναξιόπιστος
- ασταθής
- ασκόπως
- αμφίθυμος
- Αρκετός
- αποσπασματικός
- τυχαίος
- τυχαίος
- ακανόνιστος
- διασκορπισμένο
- πρόχειρος
- αδέσποτο
- ασταθής
- Καπριτσιόζος
- μεταβλητός
- μεταβλητός
- ευμετάβλητος
- διακυμάνσεις
- Ρευστό
- Διστακτικός
- ασταθής
- υδραργυρικός
- μεταβλητός
- δισταγμός
- νευρικός
- _ιδιότροπος_
- αβέβαιος
- ανήσυχος
- Διστακτικός
- μεταβλητή
- διστακτικός
- δισταγμός
Nearest Words of unreliable
Definitions and Meaning of unreliable in English
unreliable (s)
liable to be erroneous or misleading
dangerously unstable and unpredictable
lacking a sense of responsibility
unreliable (a)
not worthy of reliance or trust
unreliable (a.)
Not reliable; untrustworthy. See Reliable.
FAQs About the word unreliable
αναξιόπιστος
liable to be erroneous or misleading, not worthy of reliance or trust, dangerously unstable and unpredictable, lacking a sense of responsibilityNot reliable; un
επικίνδυνος,ασταθής,ασυνεπής,τυχαίος,τρεμάμενος,αναξιόπιστος,απρόβλεπτος,ασταθής,αναξιόπιστος,ασταθής
αξιόπιστος,μόνιμο,αξιόπιστος,σίγουρα,αξιόπιστος,ΑΛΗΘΙΝΟΣ,μόνιμος,βέβαιος,σταθερά,ανθεκτικός
unreliability => αναξιοπιστία, unrelentingly => αμείλικτα, unrelenting => αμείλικτος, unreleased => ακυκλοφόρητο, unrelaxed => χαλαρός,