Greek Meaning of published
δημοσιευμένα
Other Greek words related to δημοσιευμένα
- διαφημισμένο
- αερίστηκε
- ανακοινώθηκε
- μετάδοση
- Δηλωθεί
- Αποκαλύφθηκε
- προμηνυόμενος
- αναρτημένος
- διακήρυξε
- ανακοινώθηκε
- δημοσιοποιημένο
- τρέχων
- αποκαλυπτόμενη
- γενικός
- διαδεδομένος
- αναφέρθηκε
- διαδεδομένος
- κοινός
- αταξινόμητος
- γνωστός
- ευρέως διαδεδομένος
- μη ταξινομημένα
- πρόβαλε
- κοινοτικός
- ανοιχτό
- δημοφιλής
- Δημόσιος
- φημισμένος
Nearest Words of published
- publishable => Δημοσιεύσιμο
- publish => δημοσιεύω
- public-spirited => κοινωφελής
- public-service corporation => Δημόσια υπηρεσία
- public-relations campaign => εκστρατεία δημοσίων σχέσεων
- publicly => δημόσια
- publicizing => δημοσιοποίηση
- publicized => δημοσιοποιημένο
- publicize => διαφημίζω
- publicity pamphlet => διαφημιστικό φυλλάδιο
- publisher => εκδότης
- publishing => έκδοση
- publishing company => Εκδοτικός οίκος
- publishing conglomerate => Εκδοτικός όμιλος
- publishing empire => Εκδοτική αυτοκρατορία
- publishing firm => εκδοτικός οίκος
- publishing house => εκδοτικός οίκος
- publius cornelius scipio => Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων
- publius cornelius scipio africanus major => Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων ο Αφρικανός
- publius cornelius tacitus => Πόπλιος Κορνήλιος Τακίτης
Definitions and Meaning of published in English
published (a)
prepared and printed for distribution and sale
published (s)
formally made public
FAQs About the word published
δημοσιευμένα
prepared and printed for distribution and sale, formally made public
διαφημισμένο,αερίστηκε,ανακοινώθηκε,μετάδοση,Δηλωθεί,Αποκαλύφθηκε,προμηνυόμενος,αναρτημένος,διακήρυξε,ανακοινώθηκε
ταξινομημένος,εμπιστευτικός,ιδιωτικό,τουαλέτα,μυστικό,Αποκάλυπτο,κρυφός,συνεργατικός,συνωμοσιολογικός,κρυμμένος
publishable => Δημοσιεύσιμο, publish => δημοσιεύω, public-spirited => κοινωφελής, public-service corporation => Δημόσια υπηρεσία, public-relations campaign => εκστρατεία δημοσίων σχέσεων,