Greek Meaning of reputed
φημισμένος
Other Greek words related to φημισμένος
- φαινομενικός
- δυνατόν
- πιθανός
- υποτίθεται
- υποτιθέμενος
- υποτιθέμενος
- υποθετικός
- διακριτός
- εμφανής
- πιθανός
- προφανής
- Φαινομενικός
- φανερός
- πιθανός
- εκ πρώτης όψεως
- υποτιθέμενος
- φαινομενικά
- ορατός
- διεκδίκησε
- σαφής
- αντιληπτός
- Παραπλανητικός
- Ψευδής
- επιδεικτικός
- εξωτερικός
- ψεύτικος
- προσποιημένος
- απατηλός
- φανταστικός
- φανταστικός
- φανερός
- Παραπλανητικό
- εξωτερικός
- ψεύτικος
- απλός
- προσποιημένος
- επαγγελματικός
- ψευδο-
- φαινομενικός
- επιφανειακός
- υποθετικός
Nearest Words of reputed
Definitions and Meaning of reputed in English
reputed (imp. & p. p.)
of Repute
reputed
believed by most people to be such, having a good reputation, having a good repute, being such according to reputation or general belief
FAQs About the word reputed
φημισμένος
of Reputebelieved by most people to be such, having a good reputation, having a good repute, being such according to reputation or general belief
φαινομενικός,δυνατόν,πιθανός,υποτίθεται,υποτιθέμενος,υποτιθέμενος,υποθετικός,διακριτός,εμφανής,πιθανός
κρυμμένος,αδύνατο (adynato),απίθανο,πραγματικός,επιβεβαιωμένο,καθιερωμένος,γνήσιος,απίστευτο,απίθανος,αδιανόητο
repute => φήμη, reputatively => φημολογείται, reputation => φήμη, reputably => έγκυρο, reputable => αξιόπιστος,