Greek Meaning of prima facie
εκ πρώτης όψεως
Other Greek words related to εκ πρώτης όψεως
- φαινομενικός
- εμφανής
- προφανής
- δυνατόν
- πιθανός
- φαινομενικά
- υποτίθεται
- υποτιθέμενος
- υποτιθέμενος
- υποθετικός
- αντιληπτός
- διακριτός
- εξωτερικός
- πιθανός
- Φαινομενικός
- φανερός
- εξωτερικός
- πιθανός
- υποτιθέμενος
- φημισμένος
- επιφανειακός
- ορατός
- διεκδίκησε
- σαφής
- Παραπλανητικός
- Ψευδής
- παραπλανητικός
- επιδεικτικός
- ψεύτικος
- προσποιημένος
- απατηλός
- φανταστικός
- φανταστικός
- φανερός
- Παραπλανητικό
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- απλός
- επαγγελματικός
- ψευδο-
- φαινομενικός
- υποθετικός
Nearest Words of prima facie
Definitions and Meaning of prima facie in English
prima facie (s)
as it seems at first sight
prima facie (r)
at first sight
FAQs About the word prima facie
εκ πρώτης όψεως
as it seems at first sight, at first sight
φαινομενικός,εμφανής,προφανής,δυνατόν,πιθανός,φαινομενικά,υποτίθεται,υποτιθέμενος,υποτιθέμενος,υποθετικός
πραγματικός,κρυμμένος,αδύνατο (adynato),απίθανος,αδιανόητο,απίθανο,επιβεβαιωμένο,καθιερωμένος,γνήσιος,απίστευτο
prima donna => Πριμαντόνα, prima ballerina => Πρίμα μπαλαρίνα, prima => πρώτη φωνή, prim up => ετοιμαζω, prim out => Αμέσως,