Greek Meaning of primacy
προτεραιότητα
Other Greek words related to προτεραιότητα
- διάκριση
- κυριαρχία
- φήμη
- Υπεροχή
- Ανωτερότητα
- κυριαρχία
- Ο eminence
- επιρροή
- αξιονoμνημόνευτο
- Υπεροχή
- υπεροχή
- υπεροχή
- υπεροπλία
- Φήμη
- φήμη
- υπερβατικότητα
- άνοδος
- άνοδος
- Ανάληψη
- κυριαρχία
- αυθεντία
- Διασημότητα
- περιοχή
- φήμη
- φήμη
- δόξα
- μεγαλείο
- τιμή
- περίλαμπρος
- επαίνους
- Μεγασταρ
- ευγένεια
- αξιοσημείωτο
- Φήμη
- δύναμη
- κατίσχυση
- κύρος
- κύρος
- σταριλίκι
- Υπεραστερισμός
Nearest Words of primacy
- primaeval => πρωτόγονος
- primal => πρωτόγονος
- primality => πρωτότητα
- primaquine => Πριμακίνη
- primarily => κυρίως
- primary => πρωτεύον
- primary amenorrhea => Πρωτοπαθής αμηνόρροια
- primary atypical pneumonia => Ατυπος πνευμονία
- primary care => Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
- primary care physician => Ιατρός πρωτοβάθμιας φροντίδας
Definitions and Meaning of primacy in English
primacy (n)
the state of being first in importance
FAQs About the word primacy
προτεραιότητα
the state of being first in importance
διάκριση,κυριαρχία,φήμη,Υπεροχή,Ανωτερότητα,κυριαρχία,Ο eminence,επιρροή,αξιονoμνημόνευτο,Υπεροχή
κατωτερότητα,ασήμαντοτητα,μετριότητα,Ασαφής,σκοτάδι
prima facie => εκ πρώτης όψεως, prima donna => Πριμαντόνα, prima ballerina => Πρίμα μπαλαρίνα, prima => πρώτη φωνή, prim up => ετοιμαζω,