Greek Meaning of claimed
διεκδίκησε
Other Greek words related to διεκδίκησε
- υποτιθέμενος
- επαγγελματικός
- υποθετικός
- Παραπλανητικός
- Ψευδής
- ψεύτικος
- προσποιημένος
- απατηλός
- φανταστικός
- φανταστικός
- πιθανός
- φανερός
- Παραπλανητικό
- προφανής
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- δυνατόν
- προσποιημένος
- πιθανός
- ψευδο-
- βάζω
- λεγόμενη
- φαινομενικός
- πλαστός
- φαινομενικός
- σαφής
- αντιληπτός
- παραπλανητικός
- επιδεικτικός
- διακριτός
- εμφανής
- εξωτερικός
- Φαινομενικός
- εξωτερικός
- απλός
- πιθανός
- εκ πρώτης όψεως
- υποτιθέμενος
- φημισμένος
- φαινομενικά
- επιφανειακός
- υποθετικός
- υποτίθεται
- ορατός
- υποτιθέμενος
Nearest Words of claimed
Definitions and Meaning of claimed in English
claimed (imp. & p. p.)
of Claim
FAQs About the word claimed
διεκδίκησε
of Claim
υποτιθέμενος,επαγγελματικός,υποθετικός,Παραπλανητικός,Ψευδής,ψεύτικος,προσποιημένος,απατηλός,φανταστικός,φανταστικός
επιβεβαιωμένο,κρυμμένος,αδύνατο (adynato),απίθανο,πραγματικός,καθιερωμένος,γνήσιος,απίστευτο,απίθανος,αδιανόητο
claimant => ενάγων, claimable => διεκδικήσιμος, claim jumper => Σαλαμολέων, claim form => Έντυπο αίτησης αξίωσης, claim agent => πράκτορας αξιώσεων,