Greek Meaning of gracility
χάρη
Other Greek words related to χάρη
- χαριτωμένος
- Ευέλικτος
- μπαλέτο
- γατοειδής
- ελαφροπόδαρος
- ελαφροπόδαρος
- Ελαφρύς
- εύπλαστος
- ευλύγιστος
- ευλύγιστος
- ευλύγιστος
- εύστροφος
- ζωηρός
- ακροβατικός
- επιδέξιος
- αθλητικός
- συντονισμένος
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- επιδέξια
- Ταχύς
- ευέλικτος
- φως
- εύκαμπτος
- χαλαρός
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- εύκαμπτος, εύπλαστος
- εύκαμπτος
- σκοτεινός
Nearest Words of gracility
Definitions and Meaning of gracility in English
gracility (n)
elegance and beauty of movement or expression
gracility (n.)
State of being gracilent; slenderness.
FAQs About the word gracility
χάρη
elegance and beauty of movement or expressionState of being gracilent; slenderness.
χαριτωμένος,Ευέλικτος,μπαλέτο,γατοειδής,ελαφροπόδαρος,ελαφροπόδαρος,Ελαφρύς,εύπλαστος,ευλύγιστος,ευλύγιστος
αμήχανος,αδέξιος,άχαρος,άχαρος,βαρύς,άκαμπτος,Μη συντονισμένος,άχαρος,αδέξιος,άκαμπτος
gracile => χαριτωμένος, gracilariidae => Gracilariidae, gracilariid moth => Γρασιλαρίδια, gracilariid => gracilariidae, gracie allen => Γκρέισι Άλεν,