Greek Meaning of blackly

μαύρος

Other Greek words related to μαύρος

Definitions and Meaning of blackly in English

Webster

blackly (adv.)

In a black manner; darkly, in color; gloomily; threateningly; atrociously.

FAQs About the word blackly

μαύρος

In a black manner; darkly, in color; gloomily; threateningly; atrociously.

σκοτεινά,απελπισμένα,απογοητευτικά,δυσάρεστα,οδυνηρά,κατσουφιασμένα,θλιβερά,θλιβερά,μελαγχολικά,ζοφερά

Μακαρίως,χαρούμενα,χαρούμενα,με απεριόριστη ευχαρίστηση,χαρούμενα,χαρούμενα,ευχαρίστως,με χαρά,ευτυχισμένος,χαρούμενα

blacklist => μαύρη λίστα, black-letter => μαύρογράμματη, black-legged tick => Μαυρόποδο τσιμπούρι, blackleg => απεργοσπάστης, blacklead => μολύβι,