Greek Meaning of gayly
χαρούμενα
Other Greek words related to χαρούμενα
- χαρούμενα
- ευτυχισμένος
- λαμπρά
- χαρούμενα
- θερμότατα
- χιουμοριστικά
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- χαμογελώντας
- φιλικά
- Μακαρίως
- ανέμελα
- άνετα
- ζωηρά
- φιλικός
- ζαλισμένα
- ευχαρίστως
- με καλή διάθεση
- καλοπροαίρετα
- ελπίζουμε
- αστεϊζόμενος
- χαρούμενα
- χαμογελώντας
- αισιόδοξα
- με ενθουσιασμό
- αισιόδοξα
- ηλιόλουστα
- διασκεδαστικά
- ανέμελα
Nearest Words of gayly
- gaylussite => gay-lussite
- gay-lussac's law => Νόμος του Gay-Lussac
- gaylussacia frondosa => Gaylussacia frondosa
- gaylussacia brachycera => Γαιλουσσάκια η βραχύκερως
- gaylussacia baccata => Γαϊλουσακκιά η βοτρυόμορφος
- gaylussacia => Γκαιλουσακία
- gay-lussac => Γκέι-Λυσάκ
- gayley process => Η διαδικασία Gayley
- gay-feather => Ερημοσπόρος ο μυτερός
- gayfeather => Gayfeather
Definitions and Meaning of gayly in English
gayly (r)
in a joyous manner
gayly (adv.)
With mirth and frolic; merrily; blithely; gleefully.
Finely; splendidly; showily; as, ladies gayly dressed; a flower gayly blooming.
FAQs About the word gayly
χαρούμενα
in a joyous mannerWith mirth and frolic; merrily; blithely; gleefully., Finely; splendidly; showily; as, ladies gayly dressed; a flower gayly blooming.
χαρούμενα,ευτυχισμένος,λαμπρά,χαρούμενα,θερμότατα,χιουμοριστικά,χαρούμενα,χαρούμενα,χαρούμενα,χαρούμενα
Αμείλικτα,σκοτεινά,απογοητευμένος,απελπισμένα,απαρηγόρητα,πολύ,άθλια,μελαγχολικά,λυπημένα,Λυπημένα
gaylussite => gay-lussite, gay-lussac's law => Νόμος του Gay-Lussac, gaylussacia frondosa => Gaylussacia frondosa, gaylussacia brachycera => Γαιλουσσάκια η βραχύκερως, gaylussacia baccata => Γαϊλουσακκιά η βοτρυόμορφος,