Greek Meaning of sorely
πολύ
Other Greek words related to πολύ
- πικρά
- οδυνηρά
- δυστυχώς
- Λυπημένα
- βασανιστικά
- θλιβερά
- οδυνηρά
- σκληρός
- μόλις
- σκληρά
- μελαγχολικά
- λυπημένα
- παραπονιάρικα
- Δυστυχώς
- με δυσαρέσκεια
- με λύπη
- σοβαρά
- έντονα
- δυστυχώς
- αξιοθρήνητα
- άθλια
- οδυνηρά
- απαρηγόρητα
- θρηνητικά
- ταπεινά
- οξέως
- μαύρος
- ζοφερά
- σκληρά
- σκοτεινά
- απογοητευμένος
- απελπισμένα
- απελπισμένα
- απαρηγόρητα
- απογοητευτικά
- απογοητευμένος
- δυσάρεστα
- οδυνηρά
- κατσουφιασμένα
- θλιβερά
- θλιβερά
- μελαγχολικά
- ζοφερά
- άρρωστος
- χωρίς χαρά
- έντονα
- άθλια
- μελαγχολικά
- απαισιόδοξα
- διαπεραστικά
- Συγκινητικά
- μελαγχολικά
- σκυθρωπά
- αποκαρδιωμένα
- με απογοήτευση
- Πονεμένα
- καταθλιμμένος
- αδιάφορα
- Μακαρίως
- χαρούμενα
- με απεριόριστη ευχαρίστηση
- εύκολα
- ευχαρίστως
- με χαρά
- ευτυχισμένος
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- ανέμελα
- ήρεμα
- τυχαία
- χαρούμενα
- απαθώς
- θετικά
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- καλοπροαίρετα
- απροσωπόληπτα
- Αδιάφορα
- ελαφρά
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- αδιάφορα
- χαρούμενα
- στοϊκά
- ηλιόλουστα
- αδιάφορα
- καλά
- ανέμελα
- χαρούμενα
Nearest Words of sorely
- soren aabye kierkegaard => Σόρεν Άαμπυ Κίρκεγκωρ
- soren kierkegaard => Σόρεν Κίρκεγκορ
- soren peter lauritz sorensen => Σόρεν Πέτερ Λάουριτς Σόρενσεν
- soreness => πόνος
- sorensen => Σόρενσεν
- sorex => Κουφαδάκια
- sorex araneus => Σωρήξ ο αραχνοφάγος
- sorex cinereus => Συνήθης μυωξός
- sorex palustris => Στρεφοσούρα του νερού
- sorgho => Σόργκo
Definitions and Meaning of sorely in English
sorely (r)
to a great degree
in or as if in pain
FAQs About the word sorely
πολύ
to a great degree, in or as if in pain
πικρά,οδυνηρά,δυστυχώς,Λυπημένα,βασανιστικά,θλιβερά,οδυνηρά,σκληρός,μόλις,σκληρά
Μακαρίως,χαρούμενα,με απεριόριστη ευχαρίστηση,εύκολα,ευχαρίστως,με χαρά,ευτυχισμένος,χαρούμενα,χαρούμενα,ανέμελα
sorehead => ευερέθιστος, sore-eyed => παραπονιάρης, sore throat => Πονόλαιμος, sore => πονεμένος, sordino => Σουρντίνα,